Γράφει η Έλλη Δήμου,
Το Stand-Up comedy αρχίζει να παίρνει μορφή και να αναγνωρίζεται γύρω στο 1970, ξεκινώντας κυρίως από τις Η.Π.Α και την Αγγλία. Αποτελεί ένα είδος κωμωδίας, ζωντανής, με άμεση επαφή και διάδραση με το κοινό. Ονομάστηκε έτσι, διότι ο καλλιτέχνης στέκεται, κυρίως, όρθιος, κατά τη διάρκεια της παράστασης του.
Το Stand-Up comedy αρχίζει να παίρνει μορφή και να αναγνωρίζεται γύρω στο 1970, ξεκινώντας κυρίως από τις Η.Π.Α και την Αγγλία. Αποτελεί ένα είδος κωμωδίας, ζωντανής, με άμεση επαφή και διάδραση με το κοινό. Ονομάστηκε έτσι, διότι ο καλλιτέχνης στέκεται, κυρίως, όρθιος, κατά τη διάρκεια της παράστασης του.
Αν μπορούσε να οριστεί με μια
φράση, θα λέγαμε, πως είναι μια γρήγορη, χιουμοριστική ακολουθία ιστοριών. Σύντομα
αστεία που έχουν ροή και σύνδεση.
Ο performer, δεν
είναι απαραίτητο να έχει σπουδάσει υποκριτική. Χρειάζεται σκληρή και επίμονη
δουλειά, κυρίως προσωπική, για να δημιουργήσει τα δικά του κείμενα. Υπάρχουν
τεχνικές , που μπορούν, να οδηγήσουν σε ένα καλό κωμικό σενάριο. Έχει συγκεκριμένη
δομή. Κυριαρχεί, η σατιρική προσέγγιση της
κοινωνίας και άλλες φορές εκφράζεται η
προσωπική άποψη του, για ένα θέμα(ο μονόλογος του), πάντα δοσμένη με
χιούμορ και στόχο, το γέλιο.
Απαραίτητο χαρακτηριστικό του
κωμικού είναι η διάθεση για αυτοκριτική και αυτοσαρκασμό. Η απουσία
σκηνικών και κουστουμιών καθώς και σκηνοθέτη, είναι κάποια από τα δύσκολα
χαρακτηριστικά του Stand- Up comedy. Έτσι ο comedian, πρέπει με τα κείμενα του, το λόγο του και την
παρουσία, να καταφέρει να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού και να το
κάνει να διασκεδάσει. Είναι σημαντικό, το θέμα
που θα πραγματευτεί να αφορά τόσο τον ίδιο όσο και τους θεατές. Να είναι
κάτι που τους αγγίζει και τους απασχολεί, ώστε και η προσέγγιση του να είναι
καλύτερη και το ενδιαφέρον του κοινού να μη χάνεται.
Σε πολλά σημεία μοιάζει με το επάγγελμα το
ταχυδακτυλουργού. Πρέπει να προκαλέσει έκπληξη στο κοινό, ώστε να γελάσει.
Ένα αστείο πρέπει να είναι
σύντομο και σαφές. Αν είναι προφανές..
δεν είναι αποτελεσματικό. Αν, πάλι, είναι πολύ καλά κρυμμένο, πολλές φορές, δε
γίνεται κατανοητό.
Σαν επάγγελμα, έχει πολλές ιδιαιτερότητες
και με το πέρασμα το χρόνου, απέκτησε και τους δικούς του «άγραφους κανόνες» :
1.
Ο κάθε κωμικός
γράφει μόνος του τα κείμενα του. Δε κλέβει άλλων.
2.
Δε
χρησιμοποιεί ανέκδοτα.
3.
Δεν υποδύεται
κάποιο ρόλο.
Αντίθετα με την άποψη που
κυριαρχεί, στο Stand-Up δεν είναι απαραίτητη η επικοινωνία/διάλογος με το
κοινό. Είναι ένα κομμάτι του, το «Crowd Work» και μάλιστα
πολύ απαιτητικό, διότι ο κωμικός, πρέπει να αυτοσχεδιάσει με βάση τις απαντήσεις
του κοινού, κάτι που δεν είναι προβλέψιμο.
Γνωστοί comedian του
εξωτερικού είναι ο Russell Peters, Jo Koy, Dave Chapelle κ.α.
(Jo Koy) |
(Rusell Peters) |
Στην Ελλάδα,
φτάνει γύρω στο 1990,
μέσα από τις «Νύχτες Κωμωδίας», της Λουκίας Ρικάκη. Το ελληνικό κοινό, ακόμη,
δεν είναι εξοικειωμένο, όπως το κοινό του εξωτερικού, που έχει χρόνια τριβή με
το είδος. Παρ΄ όλα αυτά, τον τελευταίο καιρό ανθίζει στη χώρα μας. Με κωμικούς
να έχουν εδραιωθεί, πια, όπως η Βρανά, ο Φισφής, ο Τσουβέλας κ.α.
(Αλέξανδρος Τσουβέλας) |
(Κατερίνα Βρανά) |
Μετά από 50, περίπου, χρόνια
οι επαγγελματίες του χώρου, έχουν καταλήξει σε κάποια βασικά συμπεράσματα:
·
Κωμικός δεν
είναι, απαραίτητα, ο αστείος της παρέας.
·
Το να είσαι
αντανακλαστικά αστείος, δε σε κάνει καλό κωμικό.
·
Υπάρχουν
εύκολοι και δύσκολοι χώροι παραστάσεων. Εύκολος θεωρείται π.χ. ένα θέατρο,
διότι ο κόσμος έχει έρθει και πληρώσει για να δει την παράσταση, είναι
συγκεντρωμένος σε αυτήν. Δύσκολος, ένα μπαρ. Εκεί υπάρχει πιθανότητα, κάποιος
να μην έχει έρθει για την παράσταση. Κυκλοφορούν σερβιτόροι, κόσμος που δε
μπορεί να σε δει ή να σε ακούσει, φασαρία κ.α.
Μια νέα τάση, λοιπόν, στη χώρα
μας, που δείχνει να έχει μέλλον. Εξάλλου είναι ικανή να γεννήσει προβληματισμούς και να
οξύνει τη σκέψη. Ένα ευχάριστο και ταυτόχρονα δημιουργικό θέαμα.
Πηγή φωτογραφιών: Google Images.
Σχόλια