Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Καίτη Πάνου: Η «φινετσάτη» ντάμα του Ελληνικού Κινηματογράφου






Γράφει η Έλλη Δήμου,


Από «ενζενί» (ηθοποιός που παίζει τον ρόλο της απλοϊκής και αθώας νέας) σε «φινετσάτη» ντάμα η Καίτη Πάνου άφησε το δικό της στίγμα, στον Ελληνικό Κινηματογράφο.

Γεννημένη στις 28 Αυγούστου του 1927, ήρθε στην Ελλάδα πολύ μικρή , από τον Πύργο Βουλγαρίας. Όντας σε τρυφερή ακόμη  ηλικία, είχε καταλάβει ποιο επάγγελμα αγαπούσε. Συμμετείχε σε σχολικές παραστάσεις και εμφανίστηκε στο παιδικό θέατρο της Αντιγόνης Μεταξά.

 Έφερε τον τίτλο του «παιδιού θαύματος».


Η επίσημη πρώτη στον Κινηματογράφο για την Πάνου, έγινε σε ηλικία 16 ετών- το 1943- στην ταινία «Η φωνή της καρδιάς». Η «πρώτη της φορά» συν έπεσε με την –επίσης- παρθενική εμφάνιση του Δημήτρη Χόρν αλλά και της «Φίνος Φίλμ».

Η ταινία «Η φωνή της καρδιάς» είναι η πρώτη της «Φίνος Φίλμ. Ωστόσο αποτελεί συμπαραγωγή με τον Γιώργο Καβουκίδη.

Φημολογείται πως ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος του έργου-Δημήτρης Ιωαννόπουλος- είχε ερωτευτεί τη νεαρή ηθοποιό και παραλίγο να πιαστεί στα χέρια με τον Χορν, όταν ήρθε η στιγμή-βάση σεναρίου- να φιλήσει την Πάνου.



Λίγο αργότερα σπουδάζει κλασικό μπαλέτο και υποκριτική στη Σχολή Ηθοποιών Κινηματογράφου- του Γιώργου Θεοδοσιάδη- και λαμβάνει μέρος στις ταινίες:

«Άννα Ροδίτη» (1948), όπου ενσαρκώνει την Άννα Ροδίτη.

«Εκατό χιλιάδες λίρες» (1948), υποδυόμενη την Παγώνα.

«Το παιδί μου πρέπει να ζήσει» (1951), στο ρόλο της  Εύας Ρόνη.

«Ο Δρόμος με της ακακίες»(1954) ενσαρκώνοντας την Δώρα.

Την ίδια χρονιά, το 1954 δηλαδή, η Πάνου παντρεύεται και αποσύρεται από την «ενεργό δράση» κλείνοντας παράλληλα και έναν κύκλο- αυτό της «ενζενί».

Λέγεται πως ο άντρας της, απαιτείσαι να σταματήσει λόγω ενός φιλιού που έπρεπε να δώσει σε μια ταινία.

Ύστερα από 6 χρόνια επιστρέφει … αυτή τη φορά ως μια «φινετσάτη» ντάμα- ένας "τύπος" που έμελλε να την συνοδέψει, από εκεί και έπειτα.

Το 1960 κάνει το «come back» με την ταινία «Ένας Δον Ζουάν για κλάματα». Εκεί υποδύεται  την Λένα, μια γυναίκα συνομήλικη με τον Αλέξη Δεπάτσα (σ.σ. Λάμπρος Κωνσταντάρας)

                                                Από την ταινία «Ο άνθρωπος που γύρισε από την ζέστη»


Από την επιστροφή της και μετά, τόσο κινηματογραφικά, όσο και θεατρικά η Καίτη Πάνου με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα είχανε βίους παράλληλους. Καθιερώθηκε στο πλευρό του. Ακολούθησαν παραγωγές όπως: «Χτυποκάρδια στο θρανίο» (σ.σ. υποδύθηκαν τους γονείς της Αλίκης Βουγιουκλάκη), «Ο τρελός τα χει 400», «Ο Ρωμηός έχει φιλότιμο», «Ο μπλοφατζής», «Ο φαφλατάς», «Ο τρελοπενηντάρης» και πολλές άλλες.

                                                                           Από την ταινία «Χτυποκάρδια στο θρανίο»


Το ντεμπούτο της στο θέατρο έρχεται το 1962, στο θίασο του Μίμη Φωτόπουλου. Ακολούθησαν παραστάσεις  όπως: «Ήταν ένας πλεϊμπόυ» , «Ερωτιάρης αλά Ελληνικά», «Ευτυχώς που τρελάθηκα». Τελευταία της εμφάνιση ήταν το 1998 στην παράσταση «Επικίνδυνες σχέσεις»

Με την είσοδο της τηλεόρασης στην καθημερινότητα του κοινού, η Πάνου δεν έμεινε εκτός. Κατέγραψε μια πλούσια πορεία ξεκινώντας από την δημόσια τηλεόραση και τη σειρά «Γραφείο Συνοικεσίων».

Ακολούθησαν μεταξύ άλλων: «Το ταξίδι», «Αρχαία σκουριά», «Ποιος σκότωσε τον Άβελ» , ενώ συμμετείχε και σε σειρές της ιδιωτικής τηλεόρασης όπως:  «Οι μεν και οι δεν», «Ο Πέτρος και τα κορίτσια του» και το «Cheek to cheek». Κύκνειο άσμα της-όσον αφορά της τηλεοπτικές σειρές- ήταν το «Για σένα» στο MEGA.

Η Καίτη Πάνου αποτέλεσε μια από τις πρώτες-εάν όχι την πρώτη- πρωταγωνίστριες του Ελληνικού ομιλούντος Κινηματογράφου στα χρόνια του ‘40. Ξεκίνησε ως μια όμορφη και ταλαντούχα «ενζενί» και μετατράπηκε στην πορεία σε μια «φινετσάτη» ντάμα-κυρίως πλάι στον Λάμπρο Κωνσταντάρα- έχοντας συνεργαστεί τόσο σε κινηματογράφο, όσο και σε θέατρο.



Πάνου για Κωνσταντάρα: Είναι ο «κύριος» του θεάτρου.

Στις 17 Μαΐου του 2008, άφησε την τελευταία της πνοή, έπειτα από ανακοπή καρδιάς. Άφησε πίσω όμως μια τεράστια κληρονομιά για τους λάτρεις του παλιού-καλού Ελληνικού Κινηματογράφου.



Με πληροφορίες από: Βικιπαίδεια, Μηχανή Του Χρόνου, sansimera.gr, in.gr, ellinikoskinimatografos.gr, cine.gr

Πηγή φωτογραφιών: Google Images

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γιάννης Αγγελάκας: Η ροκ περσόνα της Ελληνικής Μουσικής Σκηνής

  thessalonikiguide.gr                                                                                                         Ατόφιες οι σκέψεις του, γίνονταν λέξεις και άφοβα ξεπετάγονταν από τα χείλη του, κάθε φορά που αποφάσιζε να μιλήσει. Έχει σημασία αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί μαζί του; Πόσο εύκολο είναι να αντισταθείς στην καθαρή και ατόφια ειλικρίνεια κάποιου; "Μουσικά ανορθόγραφος" μιας και δε ξέρει να διαβάζει ούτε πεντάγραμμο- σύμφωνα με τον ίδιο-   αλλά και αυτοδίδακτος, πιστεύει βαθιά πως: «Όση σχέση έχει η εκκλησία με τη θρησκεία, τόση έχουν και τα ωδεία με την μουσική…». Θα έλεγε κανείς πως είναι ενάντια σε κάθε είδους πολιτικής, θρησκείας, εξουσίας. Είναι ένα είδος αναρχικού, έχει δηλώσει. Ο μόνος κυρίαρχος… η μεγάλη και μοναδική θρησκεία – είναι για εκείνον- η μουσική. «Τη μουσική σου πρέπει να την τιμάς με την ηθική σου και την στάση σου» , είπε κάποτε, σε μια προσπάθεια, να εξηγήσει πως επιβάλλεται- κατά την γνώμη του- στο κοινό το "ελαφρύ&

Γεωργία Βασιλειάδου: Τέσσερις εμβληματικές ταινίες της καριέρας της

Γράφει η Παναγιώτα Απέργη, Έχοντας μείνει γνωστή για τους πολύ χαρακτηριστικούς ρόλους που έχει ενσαρκώσει, η Γεωργία Βασιλειάδου υπήρξε μια από τις πιο αγαπημένες κωμικές ηθοποιούς, η οποία σημάδεψε τον ελληνικό κινηματογράφο με το αστείρευτο ταλέντο της. Άλλοτε Μαρίνα, άλλοτε Ευτυχία, άλλοτε Καλλιόπη κι άλλοτε Αριστέα, η Γεωργία Βασιλειάδου προκαλούσε, πάντα, άφθονο γέλιο στους θεατές με τις μνημειώδεις ατάκες της. Ας θυμηθούμε τέσσερις από τις πιο χαρακτηριστικές της εμφανίσεις που άφησαν εποχή. «Η θεία απ’το Σικάγο» Με την επιστροφή της από τις Η.Π.Α. η Καλλιόπη (Γεωργία Βασιλειάδου) αναλαμβάνει να εκσυγχρονίσει το σπίτι του αυστηρού απόστρατου αξιωματικού αδελφού της, Χαρίλαου, (Ορέστης Μακρής) και να παντρέψει τις ανιψιές της, χάρη σε ένα ευφάνταστο, αν και ριψοκίνδυνο, τέχνασμα. Η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά το 1957 και σημείωσε σχεδόν αμέσως μεγάλη επιτυχία. Το σενάριο και τη σκηνοθεσία είχε αναλάβει ο Αλέκος Σακελλάριος και η ταινία προέ