Γράφει η Έλλη Δήμου,
Η Τρούμπα αποτελεί, μέρος της συνοικίας
της Τερψιθέας, στην περιοχή του Πειραιά. Εκεί εγκαταστάθηκαν, οι πρώτοι Χιώτες
μετανάστες, μετά την καταστροφή της Σμύρνης, οι οποίοι, χτίσανε νεοκλασικά αρχοντικά,
που διατηρούνται, ως και σήμερα.
Πήρε το όνομα της, από μία τρόμπα νερού. Τοποθετήθηκε
στη προβλήτα του Διαδόχου Κωνσταντίνου, ώστε να τροφοδοτούνται τα ατμόπλοια. Με
τα χρόνια και την νησιώτικη παραφθορά της λέξης, γίνεται τρούμπα.
Ποια ήταν η
Τρούμπα, μέχρι το 1944;
Ως τότε, στην περιοχή, ενώ τα
βράδια λειτουργούσαν κακόφημα μπαρ και καμπαρέ, οι ρυθμοί ήτανε ήσυχοι και οι
πελάτες τόσοι, ώστε να συντηρούνται τα μαγαζιά. Το 1937, τα Βούρλα ή αλλιώς «Μικρή
Πολιτεία της Αμαρτίας», όπου ήτανε συγκεντρωμένοι οίκοι ανοχής, κλείνουν.
Μετατρέπονται σε φυλακές. Σιγά- σιγά, οι ‘’επαγγελματίες’’ του χώρου, άρχισαν
να αναζητούν στέγη στην Τρούμπα, ώσπου το 1944, το μέρος αυτό, απογειώνεται.
Έμελλε να γίνει τόσο το καμάρι του Πειραιά, λόγω της εμπορικής και ναυτικής δραστηριότητας, όσο και η ντροπή του. Κι αυτό, γιατί όταν τα φώτα έκλειναν, ένας άλλος κόσμος έβγαινε στην επιφάνεια.
Έμελλε να γίνει τόσο το καμάρι του Πειραιά, λόγω της εμπορικής και ναυτικής δραστηριότητας, όσο και η ντροπή του. Κι αυτό, γιατί όταν τα φώτα έκλειναν, ένας άλλος κόσμος έβγαινε στην επιφάνεια.
Η δομή και η λειτουργία, έπειτα από την ‘’απογείωση’’
της.
Η διαβόητη γειτονιά
αποτελούνταν από τις οδούς: 2ας Μεραρχίας, Φίλωνος, Νοταρά.
Οδός Φίλωνος.
Εκεί βρισκόντουσαν τα
περισσότερα καμπαρέ.
Αυτού του είδους τα
μαγαζιά, είχανε κυρίως κέρδος από την κατανάλωση και το οφθαλμόλουτρο. Η κάθε λεπτομέρεια
ήτανε προσεγμένη. Ξεκινώντας από τη διάταξη των πελατών στα
τραπέζια. Σε αντίθεση με σήμερα, στα πίσω-πίσω τραπέζια, καθόντουσαν οι
πλούσιοι και σημαντικοί πελάτες. Στα μπροστά αυτοί, που ήτανε για ‘’γδάρσιμο’’.
Ήτανε, κυρίως, άνθρωποι της επαρχίας, διατεθειμένοι να πληρώσουν όσο-όσο και με
μια έντονη ‘’άγνοια κινδύνου’’. Έπειτα οι Αρτίστες. Χόρευαν, τραγουδούσαν
,ντυμένες με εκθαμβωτικά ρούχα και στο τέλος, εάν το ήθελαν, πήγαιναν με
κάποιον πελάτη. Οι Κόμπερ, ήταν αυτοί, που κάλυπταν το ‘’νεκρό’’
χρόνο ανάμεσα στα νούμερα και προλόγιζαν τις Αρτίστες. Οι γυναίκες της κονσομασιόν, ήταν
εκείνες , που αναλάμβαναν, να γίνει η πολυπόθητη κατανάλωση, μεταξύ άλλων,
κρατώντας συντροφιά στους θαμώνες. Τέλος Κράχτες και Εκδιδόμενες,
εκτελούσαν με τη σειρά τους τις δουλειές τους, και τα καμπαρέ λειτουργούσαν, σαν καλοκουρδισμένη ορχήστρα.
Στο ίδιο σημείο
λειτουργούσαν και 3 σινεμά: Φως, Ηλύσια και Ολύμπικ. Προβάλανε, ταινίες
ακατάλληλου, για να ανηλίκους, περιεχομένου, με εισιτήριο γύρω στις 4 δραχμές.
Οδός Νοταρά.
Εκεί βρισκόντουσαν
οι περισσότεροι οίκοι ανοχής.
Η πλειοψηφία, είχε στις
προσόψεις των οικημάτων, τις «προθήκες». Εκεί, μπαίνανε τα γυμνά κορίτσια, με
καλυμμένα μόνο τα επίμαχα σημεία, ώστε να μπορεί να δει ο πελάτης, τι θα συναντήσει μέσα. Σε άλλους
οίκους, βγαίναν οι κοπέλες στα μπαλκόνια και προκαλούσαν, τους άνδρες,
επάνω. Τα ‘’σπίτια’’ διακρίνονταν σε κατηγορίες με καλύτερη την 1η
κατηγόρια, έπειτα η 2η και τέλος η 3η . Αναλογικά
πήγαιναν και τα χρήματα που χρειαζόταν, ένας άντρας για να επισκεφθεί, κάποιο από
αυτά. Το κόστος ξεκινήσουμε , περίπου, από τις 24 δραχμές. Δεν ήτανε λίγες οι
φόρες, που βιαστικοί πελάτες, κατά λάθος χτυπούσαν κουδούνια σπιτιών, όπου
μένανε οικογένειες. Έτσι οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να κρεμάσουν στα σπίτια τους ταμπέλες
« Προσοχή εδώ μένει οικογένεια». Οι νόμιμες εκδιδόμενες, ήτανε γύρω στις 500.
Όφειλαν να έχουν βιβλιάριο, καθώς δεχόντουσαν,
συχνούς υγειονομικούς ελέγχους.
Απαρτίζονταν από γυναίκες
χήρες, ζωντοχήρες, κοπέλες από φτωχές οικογένειες της επαρχίας. Ορισμένες προσφέρονταν από μόνες τους, αλλά κυρίως
οι νταβατζήδες-προστάτες, ήταν αυτοί που ανελάμβαναν να βρίσκουν ‘’προσωπικό’’,
είτε για να επανδρώσουν έναν οίκο, είτε
για να δουλεύουν μόνες τους. Κατά κύριο λόγο, ήταν και εκείνοι, που τις ‘’εκπροσωπούσαν’’.
Άλλες φορές, ήτανε οι ίδιοι τους οι σύζυγοι. Παίρνανε τα χρήματα, δίνανε στις κοπέλες
κάποιο μερίδιο και τις προστάτευαν, από περίεργους πελάτες. Όλες δούλευαν με
ψευδώνυμα, με δημοφιλέστερο το «μπέμπα». Κατάφερναν να κρατήσουν κρυφές την
ταυτότητα της δουλειάς του, από τη
γειτονιά και πολλές φορές την οικογένεια τους.
Η «χρυσή εποχή».
Το 1950-1960, σύμφωνα
με την συγγραφέα Χρύσα Δημουλίδου, αποτέλεσε τη χρυσή εποχή της Τρούμπας.
Ο 6ος
Αμερικανικός Στόλος, έφθανε στον Πειραιά, αρκετά συχνά πια και έμενε εκεί, για
αρκετό διάστημα. Ο Κυριάκος Μανωλάκος, σημείωσε στην εκπομπή «Μηχανή του χρόνου»:
«Όταν ερχότανε ο στόλος υπήρχε μια γιορτή». Πέρα από το γεγονός, ότι
αποτελούσαν τους καλύτερους πελάτες, έφερναν μαζί τους και πολλά λαθραία εμπορεύματα, τα οποία πουλούσαν στους κατοίκους.
Το διάστημα που
παρέμεναν στον Πειραιά, επικρατούσε χαμός. Οι κράχτε , με κάθε τρόπο,
προσπαθούσαν να πάρουν τους ναύτες, στα μαγαζιά τους. Οι εκδιδόμενες από 500,
φτάνανε τις 2.000. Αυτό συνέβαινε, γιατί στην είδηση του ερχομού τους, πολλές νοικοκυρές
με οικονομικά προβλήματα, έπιαναν προσωρινά δουλειά. Το κόστος(ταρίφα), την περίοδο
εκείνη, διπλασιαζότανε.
«Σε έπιασα Αμερικανάκι». Η φράση αυτή
κυκλοφόρησε στην πιάτσα και σήμαινε «σε έπιασα κορόιδο». Εξαιτίας του, ότι οι
Αμερικάνοι πίνανε πολύ, έχαναν την αίσθηση και ήτανε πολύ εύκολο να τους κλέψουν
λεφτά, να τους χρεώσουν περισσότερο ή να τους προσφέρουν χαμηλότερης ποιότητας
ποτά, σε κόστος υψηλής ποιότητας.
Είχε τους δικούς
της κανόνες.
Η Τρούμπα
λειτουργούσε με τους δικούς της, άγραφους, νόμους. Ο κάθε νταβατζής είχε το δικό
του στέκι, τη δική του πιάτσα και εκδιδόμενες και πορεύονταν σεβόμενοι ο ένας τον άλλον.
Όταν υπήρχαν
διαφωνίες, όμως, τα πράγματα μπορούσαν να παρεκτραπούν. Δεν ήταν λίγες οι μαχαιριές,
αλλά και οι μυστηριώδεις εξαφανίσεις, που συνέβησαν, σε εκείνα τα στενά του
Πειραιά.
Θρυλικά
μαγαζιά.
Κάποια από τα πιο γνωστά
μαγαζιά, εκείνης της εποχής , ήτανε το καμπαρέ «Πουέρτο Ρίκο», το
ξενοδοχείο «Το Σικάγον», το
μπαρ «Τζων Μπουλς», το
καμπαρέ «Παριζιάνα» κ.α.
Γεγονότα που
μείνανε στην ιστορία.
Ένα από τα συμβάντα
που συνδέθηκαν με την Τρούμπα ήτανε η «Δέσποινα η Βιτριόλισσα»
Η κοπέλα δούλευε ως
Αρτίστα στο καμπαρέ «Πουέρτο Ρίκο». Όταν ερωτεύτηκε με το αφεντικό, εκείνος της
απαγόρεψε να πηγαίνει με πελάτες. Παρ΄ όλα αυτά, ο ίδιος συνέχισε τα ‘’παιχνιδάκια
του’’ . Όταν η Δέσποινα το αντιλήφθηκε, τον τύφλωσε, πετώντας του βιτριόλι στο
πρόσωπο.
Ακόμη ένα γεγονός, που
τάραξε την κοινή γνώμη, ήταν το ‘’σιδέρωμα’’ της Σπυριδούλας.
Ο Γιώργος Βεϊζαδές, ο οποίος με
τη βοήθεια της γυναίκας του, προξένησε σοβαρότατα εγκαύματα στη νεαρή Σπυριδούλα,
με σίδερο, ήτανε συνέταιρος στο μπαρ «Τζων Μπουλς».
Ταινίες.
Ο ελληνικός κινηματογράφος του
1960, αποτύπωσε στη μεγάλη οθόνη , αιματηρές συμπλοκές, κοινωνικά δράματα αλλά
και ζωή στην Τρούμπα. Οι ταινίες αυτές είναι:
·
«Τρούμπα 67»
·
«Κόκκινα
Φανάρια»
·
«Λόλα»
·
«Ποτέ την
Κυριακή»
Τέλος εποχής.
Στις 12 Σεπτεμβρίου του 1967, ο τότε δήμαρχος Αριστείδης Σκυλίτσης,
απαγόρευσε τη λειτουργία των καταστημάτων της «γειτονιάς της λήθης». Έτσι σιγά-
σιγά ‘’έσβησε’’ ένα μεγάλο κεφάλαιο.
Πηγή φωτογραφιών: Google Images
Με πληροφορίες από: Μηχανή του Χρόνου, Βικιπαίδεια, Youtube, Διαδίκτυο
Πηγή φωτογραφιών: Google Images
Με πληροφορίες από: Μηχανή του Χρόνου, Βικιπαίδεια, Youtube, Διαδίκτυο
Σχόλια