Γράφει η Έλλη Δήμου,
Το Αναμορφωτήριο Θηλέων των Αθηνών, λειτούργησε από τη δεκαετία του 1950, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Οι εγκαταστάσεις του βρίσκονταν στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, πίσω από το γήπεδο του Παναθηναϊκού . Έμεινε στην ιστορία για την αυστηρότητα/βαρβαρότητα του , τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των τροφίμων και τον μετέπειτα στιγματισμό τους.
Η λειτουργία
του.
Ο χώρος χρησιμοποιήθηκε για
την τιμωρία και τη συμμόρφωση των ανήλικων παραβατών. Θεωρήθηκε, πως με τον
εγκλεισμό, οι κοπέλες, θα «παίρνανε το μάθημα τους». Ο τρόπος, με τον οποίο
κατέληγαν εκεί ποίκιλε. Οι νομικοί της εποχής, γνώριζαν τις θλιβερές συνέπειες και κρατούσαν ως έσχατη λύση, τη "φυλάκιση" στο αναμορφωτήριο. Δεν ήταν, όμως,
λίγες οι περιπτώσεις, που οι ίδιοι οι γονείς πήγαιναν στο μέρος αυτό, τα τέκνα τους.
Το φάσμα των αδικημάτων, που οδηγούσε εκεί, ήταν τεράστιο. Από πορνεία μέχρι πρώτη
ερωτική επαφή και εγκλεισμό από την οικογένεια. Το σύστημα, πολλές φορές,
άγγιζε το παράλογο, όταν έκλεινε μέσα κοπέλες, μόνο και μόνο για το επίθετο ή
την καταγωγή τους.
Ο μύθος λέει πως ουκ ολίγες κατέληξαν
στη "φυλακή" της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, διότι ασελγούσαν σε βάρος τους, οι
πατεράδες τους. Η κοινή λογική της εποχής εκείνης πρόσταζε, ότι υπαίτιες ήταν
οι ίδιες οι ανήλικες.
Επίσης, υπήρξαν κορίτσια, που νύχτα φτάσανε
στο κατώφλι του αναμορφωτηρίου, από μόνες τους, για να γλιτώσουν από την ‘’οικογενειακή
εστία’’.
Οι συνθήκες
διαβίωσης, καταπατούσαν κάθε ανθρώπινο δικαίωμα και εκμηδένιζαν την ανθρώπινη
υπόσταση.
Ξύλο και εκμετάλλευση από
τους φύλακες- "παιδονόμους", αποτελούσαν σύνηθες φαινόμενο. Οι τρόφιμες ήταν υποχρεωμένες
να ζουν στοιβαγμένες, περιτριγυρισμένες από ποντίκια, μούχλα (λόγω της υγρασίας)
, βρωμιά, πεσμένους τοίχους και πολύ κρύο. Για τη θερμοκρασία ευθύνονταν,
κυρίως, τα σπασμένα τα τζάμια των παραθύρων, που κοπέλες είχανε σπάσει για να
χαράξουν το σώμα και τα χέρια τους και να πάνε στο νοσοκομείο. Κραυγές και
κλάματα ηχούσαν τις περισσότερες ώρες, όπως και φωνές για βοήθεια από την
απομόνωση, που κλείνονταν οι ‘’ανήσυχες’’, με στέρηση φαγητού αλλά και φωτός.
Οι εξεγέρσεις.
Αρκετές φορές
οργανωμένα ή και ατομικά, επιχείρησαν οι κρατούμενες να αποδράσουνε.
Ανεβαίνοντας η μία πάνω στην άλλη
προσπαθούσαν να σκαρφαλώσουν στους μαντρότοιχους, που τους χώριζαν από τον
έξω κόσμο. Στο τελείωμα τους όμως οι τοίχοι, είχανε τοποθετημένα σπασμένα
γυαλιά. Έτσι οι κοπέλες κατέληγαν με σκισμένα άκρα και δίχως την ελευθερία τους.
Μια εξέγερση που πήρε διαστάσεις, είχε ως αποτέλεσμα τον χαμό, μιας τροφίμου. Αφού έφτασε η αστυνομία και το κορίτσι, κατάλαβε ότι δε θα μπορέσει να αποδράσει, ανέβηκε στην ταράτσα της εκκλησίας, όπου υπήρχε ένας σταυρός, καρφώθηκε στο πάνω μέρος του και πέθανε.
Αρκετές ήτανε και
εκείνες, που βλέποντας το αδιέξοδο, κάνανε βουτιές στο κενό για να λυτρωθούν από
το μαρτύριο.
Οι «γαμπροί».
Ονομάστηκε, το πλήθος νεαρών
ανδρών, που συγκεντρωνόταν έξω από το αναμορφωτήριο κάθε μέρα, άλλα κυρίως τις Κυριακές,
μετά τους αγώνες. Μερικοί, γιατί στα αλήθεια είχαν ερωτευτεί κάποια κοπέλα,
άλλοι για να περάσει η ώρα και άλλοι για να πάρουν μάτι.
Τι να πάρουν μάτι;
Τα κορίτσια δε
δίσταζαν να εμφανιστούν γυμνές στα παράθυρα, ώστε να προκαλέσουν αντιδράσεις
και να θυμώσουν αυτούς, που τις είχανε κλείσει εκεί.
Ο Βασίλης
Καββαθάς, δημοσιογράφος του «Ταχυδρόμου» της εποχής , εισχώρησε στους «γαμπρούς»
και απαθανάτισε τις νεαρές ολόγυμνες.
Έπειτα έγραψε ένα ρεπορτάζ με τίτλο «Αναμορφωτήρια: Η αλήθεια ολόγυμνη» . Μετά από
πολλά χρόνια στην εκπομπή Μηχανή του χρόνου, ο ίδιος δήλωσε: « Το ρεπορτάζ
έγινε σε βάρος των κοριτσιών, κάναμε, ότι κάνει και τώρα πολλές φορές η
τηλεόραση. Χρησιμοποιήσαμε έναν ξεβράκωτο άνθρωπο για να πουλήσουμε και η
αλήθεια είναι ότι ξεπουλήσαμε (..) δε φάνηκε όλη η αλήθεια, άλλα ένα μέρος αυτής
(..) . Ήτανε μια reality εκδοχή του δημοσιογραφικού ρεπορτάζ και είναι μια
αμαρτωλή εποχή, της καριέρας μου».
Οι προαγωγοί.
Πλήθος αντρών
καραδοκούσε και να εκμεταλλευτεί τις νεαρές. Με την αποφοίτηση τους από το
αναμορφωτήριο και μην έχοντας πολλές φορές, που να πάνε, οι προαγωγοί τους παρέσερναν
στην πορνεία.
Ποιο γνωστή ιστορία,
είναι αυτή του «Πεταλούδα».
Ο κύριος αυτός παρουσιαζόταν
ως ραδιοφωνικός παραγωγός πειρατικού σταθμού. Οι τρόφιμες είχαν το δικαίωμα να
ακούν ραδιόφωνο. Έτσι ο «Πεταλούδας»,
έκανε ονομαστικές αφιερώσεις στα κορίτσια, που γνώριζε ότι πρόκειται να
αποφοιτήσουν, τους έστελνε μηνύματα μέσω ραδιοφώνου και τους έκλεινε ραντεβού.
Εκείνες, γοητευμένες, εμφανίζονταν στο
σημείο της συνάντησης και αυτός φρόντιζε να τις ‘’βγάλει’’ στη δουλειά.
Το στίγμα.
Βγαίνοντας από το ‘’κολαστήριο’’,
τις περίμενε η ζωή. Η οποία δεν επρόκειτο, να είναι πιο εύκολη. Η ταμπέλα του
αναμορφωτήριου, τις ακολουθούσε και αυτό συχνά σήμαινε, όχι μόνο ότι δε θα
μπορέσουν να παντρευτούν ποτέ, αλλά ότι δε θα μπορέσουν να βρουν, ούτε δουλειά.
Για το λόγο αυτό, σε ορισμένες περιπτώσεις, μόνες τους ακολουθούσαν ανήθικους-
παράνομους δρόμους και κάποιες φορές, κατέληγαν πάλι πίσω.
Η ταινία.
Ο ελληνικός κινηματογράφος
για άλλη μια φορά, πρόβαλε μια ταινία, που μετέφερε τις πραγματικές συνθήκες ,
που επικρατούσαν, στο κοινό.
Τον Ιανουάριο του 1967,
κυκλοφορεί η ταινία «Η Στεφανία» με πρωταγωνίστρια την Ζωή
Λάσκαρη. Υπό την σκηνοθεσία του Γιάννη Δαλιανίδη, και βασισμένο στο βιβλίο της Νέλλης Θεωδόρου «Η Στεφανία στο
αναμορφωτήριο» , το έργο χαρακτηρίστηκε αυστηρός ακατάλληλο. Τόσο για τις σκηνές
μέσα από το ίδρυμα, όσο και για τις τολμηρές σκηνές της ηθοποιού.
Μια ταινία, που τάραξε τις συνειδήσεις
του λαού, έδειξε μια αλήθεια, που πολλοί αγνοούσαν. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης,
έσπευσε να χαρακτηρίσει το έργο καθαρή
μυθοπλασία. «Δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα», υπογράμμιζε στις ανακοινώσεις
του. Τέσσερις μήνες, μετά την πρεμιέρα του, έγινε το πραξικόπημα. Η χούντα απαγόρευσε την προβολή του.
Στα μέσα τις δεκαετίας
το ’70 η λειτουργία του αναμορφωτηρίου, έλαβε τέλος. Σήμερα σε τίποτα δε
θυμίζει το "κολαστήριο" του τότε. Στη θέση του βρίσκεται το 46ο
Γενικό Λύκειο Αθηνών.
Πηγή φωτογραφιών: Google Images
Πηγή φωτογραφιών: Google Images
Σχόλια